«Εγώ, ο χοντρός που τρώω το περισσότερο bullying…»
Δεν Κρίνω...

«Εγώ, ο χοντρός που τρώω το περισσότερο bullying…»

«Εγώ, ο χοντρός που τρώω το περισσότερο bullying…»

Τι βδομάδα κι αυτή, κυρία μου. Από “συγγνώμη” σε βρισιά και από μπινελίκια σε “μπράβο”. “Σκωτσέζικο ντους” που λένε. Μια κρύο, μια ζέστη. Το καλύτερο για το ανοσοποιητικό και την αναζωογόνηση. Άλλος άνθρωπος, σου λέω, βγήκα.

Το απίστευτο σε όλο αυτό, βέβαια, είναι πως τόσα που ακούστηκαν παραλίγο να πιστέψω και ‘γω πως είμαι ο αδύνατος που ξαφνικά τα έβαλα με τους απανταχού χονδρούς, ή παχουλούς για να το πω με πιο πολίτικαλι κορέκτ -που λέμε και στο Καρατζόλι- τρόπο.

Σηκώνομαι δε κάθε πρωί και πάω να αναμετρηθώ με τον καθρέφτη μου και τη ζυγαριά μου. “Δε μπορεί” λέω. “Ή αυτά κάτι δεν μετρούν και δεν δείχνουν σωστά ή οι απόψεις μου είναι λάθος”.

“Μα, βρε αδελφάκι μου, δε βλέπεις τον έναν και μόνο κοιλιακό σου και δεν αναλογίζεσαι πως η ζυγαριά σου έχει να πιάσει διψήφιο κάτι δεκαετίες;

Είναι δυνατόν εσύ να βγαίνεις και να λες ότι δεν θες να βλέπεις χοντρούς στην παραλία; Εσύ; Πρώτος πρώτος εσύ δε θα πρεπε να ξαναπάς!”

Αποκλείεις δηλαδή τον εαυτό σου από κάτι που σου αρέσει τόσο και το κάνεις  ανελλιπώς χειμώνα –καλοκαίρι.

Αδιέξοδο. Παράκρουση. Σύγχυση. Μπέρδεμα. Όνειρο. Εφιάλτης. Πραγματικότητα. Και να λοιπόν, κυρία μου, το αδυσώπητο ερώτημα: Είμαι χονδρός ή δεν είμαι τελικά;

Πολύ θα θελα να μην είμαι, όπως φαντάζομαι όλοι μας, αλλά δυστυχώς όπως και πολλοί ακόμα άνθρωποι έτσι είμαστε, έτσι γίναμε, έτσι έχουμε τα παραπάνω τα κιλάκια μας και δε θα δώσουμε λογαριασμό και σε κανέναν, άσχετα αν όλους μας ενοχλεί και όλοι κάνουμε προσπάθειες να χάσουμε.

Έχω βαρεθεί κυρία μου τόσα χρόνια να βιώνω το καθημερινό πια για μένα “δικαστήριο” των κιλών μου.

Θα ξεχάσω εγώ το εξώφυλλο γνωστής εφημερίδας με ωραία, τροφαντή φωτογραφία μου και τον ευφάνταστο τίτλο: «Χοντρός ο Γιώργος Λιάγκας»; Και όμως,ναι, έχει υπάρξει και δεν είδα κυρία μου να διαμαρτυρείται κανείς απ΄όλους τους έτοιμους να κατακρεουργήσουν.

Θα ξεχάσω εγώ τις δεκάδες κυρίες και κυρίους που με ευγένεια -δε λέω- κάθε φορά που με βλέπουν έρχονται και σαν να μου λένε κάποιο μυστικό, με κοιτάνε πονηρά, μου γελάνε και θα κάνουν ένα σχόλιο, συνήθως περιπαιχτικό, για το «φαγάκι που το τρώω όλο», για την «κατσαρόλα που σκουπίζω», για το «πιάτο που γλύφω» ή για τις πίτσες και τα σουβλάκια που οι άλλοι φαντάζονται ότι καταβροχθίζω;

Θα ξεχάσω εγώ,κυρία μου, την πωλήτρια σε κατάστημα με ωραία μοδάτα ρούχα που και ‘γω θεωρούσα ότι έχω δικαίωμα να φορέσω, να μου λέει με χαμόγελο: «Ε, κύριε Λιάγκα μας, αδυνατίστε και σεις λίγο. Εμείς μέχρι 36 παντελόνι βγάζουμε»! Τι λες κυρά μου; Γιατί δηλαδή να πρέπει να αδυνατίσω εγώ και δεν βγάζετε εσείς 40 που φοράμε τόσοι άνθρωποι; Ιδού η απορία.

Μήπως -λέω μήπως- με τα σύγχρονα ρατσιστικά στάνταρς του λάιφ στάιλ- αυτά που τόσα χρόνια μας προέβαλλαν τα περιοδικά, οι εκπομπές και τα λαμπερά σόου, ότι «αποδεκτό είναι μόνο το αδύνατο»- μας έχουν απομονώσει και μας έχουν καταντήσει να ντρεπόμαστε γι’ αυτό που επιλέγουμε ή που η ζωή έτσι μας φερε να είμαστε;

Γούστο μας και καπέλο μας και δε θα δώσουμε και αναφορά και σε κανέναν. Έτσι μου ‘ρχεται κυρία μου να ιδρύσω το κόμμα των χοντρών και αυτοδικαίως να ανακηρυχθώ πρόεδρος.

Τι; Υπάρχουν και άλλοι πιο παχείς; Σωστό.

Δεν νομίζω να υπάρχουν όμως άλλοι σε αυτήν εδώ τη χώρα που να χουν φάει τόσο δημόσιο κράξιμο για τα κιλά τους.

Και πάμε τώρα στο οξύμωρο. Εγώ, ο αυτοανακηρυχθής και πρόεδρος του κόμματος που μόλις ίδρυσα, ξαφνικά τρελάθηκα και είπα πως δεν θέλω κανέναν ψηφοφόρο. Έξυπνο, ε;  Ξύπνησα μια μέρα και είπα πως δεν θέλω να έχω κανέναν άλλο χοντρό στο κόμμα μου και θέλω μόνο εμένα.

Τέτοιος ψευτοεγωιστής είμαι, κυρία μου, και ακόμα χειρότερος… Τι να σου λέω τώρα.

Έχω διαβάσει αρκετές φορές την απομαγνητοφώνηση όλων αυτών που είπα στην επίμαχη πλέον εκπομπή. Και έχω διαβάσει και όλα αυτά τα άρθρα που γράφτηκαν μετά και λένε ότι συμφωνούν με την ουσία αυτών που είπα.

Και αν χρειαζόταν να ξανασχολιάσω, πάλι τα ίδια θα λεγα, κυρία μου. Αφαιρώντας κάποιες λέξεις, αλλάζοντας το άκομψο παράδειγμα και σίγουρα με μεγαλύτερη σαφήνεια που καμιά φορά η ροή του προφορικού λόγου και το ακατάσχετο του χαρακτήρα, δεν σε αφήνουν να την πετύχεις.

Λυπάμαι αν κάποιοι -που προφανώς και δεν το διάβασαν όλο, διότι μίλησα για τα δικά μου τα κιλά- στεναχωρήθηκαν. Δεν είχα καμιά τέτοια πρόθεση.

Αλλά ναι, θεωρώ ότι εγώ ο χοντρός, εγώ που έχω φάει και εξακολουθώ να τρώω το περισσότερο bullying από τον οποιονδήποτε σε αυτήν εδώ τη χώρα, εγώ που τυχαίνει να κάνω και καμιά 25αρια χρόνια αυτή τη δουλειά, δικαιούμαι να έχω άποψη και να την λέω.

Και ναι, ώ του θαύματος, θα στην ξαναπώ ευθύς αμέσως.

Ναι, κυρία μου. Η τηλεόραση είναι έτοιμη να εκμεταλλευτεί και να ξεφτιλίσει τους ανθρώπους. Ναι, κυρία μου, η τηλεόραση είναι έτοιμη να πιαστεί από την όποια διαφορετικότητα του καθενός και να την χρησιμοποιήσει ως δικό της φύλλο συκής, όχι για να εξιλεωθεί, αλλά για να την εκμεταλλευτεί και να κάνει υψηλότερες τηλεθεάσεις, απευθυνόμενη στα κατώτερα ένστικτα όλων αυτών που βλέπουν και είναι έτοιμοι να χλευάσουν το διαφορετικό, γιατί δυστυχώς έτσι τους έχουν μάθει.

Και για να το κλείσω, θα μου επιτρέψετε να μοιραστώ μαζί σας κάτι που δεν το ‘χω πει ποτέ.

Πριν από πολλά πολλά χρόνια, τότε που ενώ είχα πάρει το πτυχίο μου από το Μετσόβιο Πολυτεχνείο, έτρεχα από συνέντευξη σε συνέντευξη και από ραντεβού σε ραντεβού για να γίνω τηλεοπτικός δημοσιογράφος, γιατί αυτό μου άρεσε, χτύπησα και την πόρτα κραταιού και πανίσχυρου διευθυντή τηλεοπτικού σταθμού.

Ο άνθρωπος ενώ με άκουσε για κάνα 5λεπτο να μιλάω για μένα και για τα όνειρά μου, γύρισε, όχι με αγένεια για να είμαι δίκαιος , αλλά μάλλον με ενδιαφέρον και με συμβουλευτικό λόγο και μου πε: «Δεν κάνεις για παρουσιαστής, αγόρι μου. Με αγάπη στο λέω για να μην απογοητευτείς. Μείνε στην εφημερίδα που δουλεύεις και που είσαι και καλός. Μα δεν βλέπεις. Είσαι χοντρός και έχεις άσχημα χαρακτηριστικά. Δεν κάνεις για τηλεόραση».

Να ‘ναι καλά κυρία μου ο άνθρωπος. Ίσως αν δεν υπήρχε αυτός εγώ δε θα δοκίμαζα με περισσότερη ορμή να αποδείξω ότι δεν είχε δίκιο.

Μην μασάτε λοιπόν συνάδελφοι και συναγωνιστές του κόμματος. Αν και τώρα που το ξανασκέφτομαι λέω να μην το ιδρύσω τελικά.

Και ξέρετε γιατί; Γιατί το να συνασπίζονται οι «ίδιοι» εναντίον κάποιων άλλων «ίδιων», δεν είναι δημοκρατία, αλλά μάλλον φασισμός…